Της Βάσιας Παρασκευοπούλου
.YELLOWBOX.ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ.
Ο Αλέξανδρος Δανδουλάκης a.k.a. Alex Dante, πέρα από πολύ καλός μουσικός είναι επίσης και πολύ καλός συνομιλητής και γι’ αυτό και η κουβέντα μαζί του επεκτάθηκε σε πολλά περισσότερα θέματα από εκείνα που είχα αρχικά κατά νου. Μιλήσαμε για το Ηράκλειο της Κρήτης και την εποχή που έπαιζε μπάλα στους δρόμους, πριν την επέλαση των τουριστών. Μιλήσαμε για την εφηβεία, τις παρέες του heavy metal, και τη σημασία που έχουν οι μουσικές κοινότητες. Μιλήσαμε για το κατά πόσο το heavy metal είναι pop και για το αντίπαλο δέος της pop, δηλαδή την high information music. Μιλήσαμε για τα ηχοχρώματα του αέρα, για μουσικές παραστάσεις σε αυλές, για την πειραματική μουσική που μπορεί να προκύψει μέσα από ένα τηλεφωνικό κατάλογο, για τη δική του δουλειά πάνω στον Chopin και τον Rachmaninoff, για την ηλεκτρική κιθάρα, τα βινύλια, το κατά πόσο είμαστε σήμερα ρομαντικοί, και για τους ιστορικούς του μέλλοντος που ίσως είναι κι οι μοναδικοί που θα μπορούσαν να απαντήσουν αντικειμενικά σε μια τέτοια ερώτηση.
A: Γεννήθηκα και μεγάλωσα στο Ηράκλειο της Κρήτης όμως από την περίοδο των σπουδών μου και μετά ζω στην Αθήνα. Μ’ αρέσει αυτή η πόλη γιατί είναι γοητευτική όσον αφορά την ευελιξία που σου δίνει για να φτιάξεις τις δικές σου “μικρότερες Αθήνες”. Επιπλέον, είναι ένα μέρος που προσφέρει περισσότερες δυνατότητες σε σχέση με τα καλλιτεχνικά πράγματα, και περισσότερες επιλογές.
»Η ενασχόληση μου με την τέχνη, και τη μουσική συγκεκριμένα, ξεκίνησε από την περίοδο της εφηβείας, ωστόσο, κάπως αργότερα, όταν ήρθα στην Αθήνα για να σπουδάσω στο τμήμα Εφαρμοσμένων Μαθηματικών του Ε.Μ.Π., πήγα σε ωδείο. Τελικά, αποφοίτησα από το West London University, και το Ωδείο Μουσική Πράξη, στο οποίο σήμερα είμαι δάσκαλος, αφού όταν ήρθε η στιγμή για να αποφασίσω σε σχέση με το εργασιακό μου μέλλον, επέλεξα τελικά τον δρόμο που ανοίγονταν μέσω της μουσικής.
»Αγαπώ τη διδασκαλία, αφενός επειδή έχει να κάνει με τη μουσική και την εκπαίδευση κι αφετέρου επειδή με κρατάει στη γη, με γειώνει. Μέσα από την εκπαίδευση δένομαι με την πραγματικότητα κι έτσι δεν κινδυνεύω να χαθώ, όπως ίσως θα κινδύνευα αν έκανα μόνο τη μουσική μου, τις ηχογραφήσεις, τις συναυλίες, τα δικά μου project… Διδάσκοντας έρχομαι επίσης σε συχνή επαφή με ανθρώπους που είναι πολύ διαφορετικοί από εμένα, και πιθανόν ζούνε και σε άλλες περιοχές ή σε άλλες συνθήκες. Όλη αυτή η ανθρώπινη ποικιλία είναι και το κοινό στο οποίο, ιδανικά, θέλω να απευθύνομαι. Νομίζω δηλαδή πως ουσιαστικά έχω την επιθυμία να κάνω μια μουσική πιο οικουμενική, που να αφορά πολλούς και διαφορετικούς ανθρώπους και γι’ αυτό και χαίρομαι όταν για παράδειγμα θα δω ανάμεσα στους θεατές ένα παιδάκι μαζί με έναν μεγάλο άνθρωπο.
»Κατά τη διάρκεια των live μου με ενδιαφέρει η επαφή με το κοινό, με ενδιαφέρει το κατά πόσο μπορεί να δημιουργηθεί ένα ιδιαίτερο βίωμα, μια εμπειρία, δυνατή για όλους μας. Ξέρεις, πολλές φορές, τη στιγμή που οι μουσικοί παίζουμε επί σκηνής, σκεφτόμαστε αυτό το οποίο παίζουμε. Ή ίσως σκεφτόμαστε αυτό που είναι να παίξουμε αμέσως μετά. Ή μπορεί και να είμαστε τόσο καλλιεργημένοι στη μυϊκή μνήμη που να μην σκεφτόμαστε και τίποτα. Ωστόσο, όταν πάψεις να σκέφτεσαι γι’ αυτό που παίζεις και αρχίσεις να εστιάζεις στο πως νιώθεις γι’ αυτό που παίζεις, και για το μέρος που παίζεις, και για τους ανθρώπους που σε παρακολουθούν, μπορείς να δημιουργήσεις μια άλλη συνθήκη, μια άλλη ενέργεια, πολύ διαφορετική. Το να το καταφέρει ένας μουσικός να συνδεθεί περισσότερο μ’ αυτό που αισθάνεται παρά μ’ αυτό που σκέφτεται την στιγμή που παίζει, το θεωρώ μεγάλη επιτυχία.
Προσωπικά, προσπαθώ να προσεγγίζω την κάθε μουσική συναυλία μου σαν να είναι παράσταση, μια performance που ενδεχόμενος θα θυμάται ο άλλος για όλη του τη ζωή.
»Στην ερώτηση pop ή high information music, θα απαντούσα “και τα δυο”. Δηλαδή αν πούμε πως η pop και η ερευνητική μουσική – η high information music – ορίζουν δυο άκρα ανάμεσα στα μουσικά πεδία, εγώ, ενδεχόμενος, μπορεί και να βρίσκομαι κάπου στο όριο. Ακούω και παίζω pop μουσική αλλά θα κάνω και το άλλο, θα ερευνήσω, θα πειραματιστώ, θα αφιερώσω χρόνο στη διαδικασία κι όχι αποκλειστικά στο αποτέλεσμα. Η high information music με κάνει να μελετάω, να εξερευνώ, και πιθανότατα με βελτιώνει ως μουσικό και σε πράγματα.
»Μέσα από μια τέτοια διαδικασία, θα έλεγα άλλωστε πως προέκυψε και η πρόσφατη δουλειά μου, το solo project με διασκευές από τα Νυχτερινά του Chopin. Αρχικά δηλαδή το έργο δεν προορίζονταν για το κοινό, αλλά ήταν περισσότερο ένα δικό μου προϊόν έρευνας πάνω στο όργανο. Θέλησα να μελετήσω, να κάνω εξάσκηση, αλλά όταν έπιασα το πρώτο κομμάτι με απορρόφησε σε τέτοιο βαθμό η πρόκληση του να φέρω τον Chopin στην κιθάρα, ώστε πραγματικά πέρασε ο χρόνος χωρίς να τον αντιλαμβάνομαι… Είχα πολύ καιρό να αισθανθώ αυτό το συναίσθημα, κι έτσι συνέχισα για μήνες, πριν τελικά, με την παρότρυνση φίλων, αρχίσω να μορφοποιώ το υλικό και προς μια πιο εξωστρεφή κατεύθυνση.
»Τα νυχτερινά του Chopin είναι νομίζω ένα έργο που θα μπορούσαμε να το στείλουμε στο διάστημα για να εξηγήσουμε στους εξωγήινους τι αποκαλούμε εμείς μουσική, ωστόσο, η δική μου εκδοχή πάνω στο έργο, είναι μια πειραγμένη εκδοχή. Ουσιαστικά, αυτό που με ενδιέφερε δουλεύοντας το υλικό ήταν να προσαρμόσω αυτά τα έργα ώστε να ακούγονται ωραία στην ηλεκτρική κιθάρα, και γι’ αυτό και γίνομαι πολύ παρεμβατικός, δοκιμάζοντας καινούργια πράγματα πάνω στην αρχική βάση. Ούτως ή άλλως ξεκινάω άλλωστε από ένα διαφορετικό σημείο επαφής με τα κομμάτια, δεν υπάρχουν μεταγραφές του Chopin για ηλεκτρική κιθάρα, και το υλικό αλλάζει ακόμη περισσότερο εξαιτίας της επιλογής των συγχορδιών που κάνω, του διαφορετικού voicing, δηλαδή της διαφορετικής σειράς και αλληλουχίας στις νότες που απαρτίζουν τις συγχορδίες κ.ο.κ. Γενικά έχω δουλέψει πάνω στις δυνατότητες που σου δίνει η ηλεκτρική κιθάρα σε συνδυασμό με μία σειρά από εφέ, τα οποία έχουν πλέον μπει τόσο πολύ στη ζωή του κιθαρίστα που τα θεωρώ τα βασικά. Ωστόσο, αυτά που χρησιμοποιώ εγώ δεν παρεμβαίνουν τόσο στη μουσική, δηλαδή δεν παίζω με λούπες, δεν χρησιμοποιώ την επαναληψιμότητα του loop station, γιατί θεωρώ πως τα συγκεκριμένα έργα του Chopin έχουνε μία δικιά τους ροή, ένα flow, ένα groove, που δεν ήθελα να το χάσω. Αλλά και συνολικά, θα έλεγα ότι κάνω μια πολύ ήπια χρήση των εφέ, γιατί σε καμία περίπτωση δεν θέλω τα εφέ να επισκιάζουν τις νότες αυτές καθ’ αυτές.
»Στις εμφανίσεις μου, στα live, νιώθω πάντως πως η μουσική και το έργο αγγίζουν το κοινό. Παρουσιάζω αυτήν τη δουλειά σε μια παράσταση solo και πρόσφατα έδωσα μάλιστα και μια μουσική συναυλία όπου μέχρι κι εγώ, που έχω εξοικείωση με το έργο, ένιωσα πολύ ιδιαίτερα. Ήταν πριν λίγο καιρό, στο μπαρ “The honky tonk” , και το κοινό άκουγε με τόση θεατρική ησυχία, με τόση προσήλωση, ώστε πραγματικά ξαφνιάστηκα μ’ αυτό που γινόταν. Αυτή η αίσθηση που υπήρχε στον χώρο με έκανε να χαρώ πολύ.
»Επιπλέον, ένα δείγμα σε σχέση με το ενδιαφέρον του κοινού, είναι και το γεγονός πως ο δίσκος που βγάλαμε, εξαντλήθηκε. Αυτός ήταν κι ο πρώτος μου προσωπικός δίσκος, έχει τον τίτλο “Alex Dante plays F.Chopin’s Nocturnes”, και κυκλοφόρησε σε βινύλιο το 2019. Για εμένα, η κυκλοφορία αυτού του δίσκου ήταν σίγουρα μια ρομαντική κίνηση, που ταίριαξε υπέροχα στα Νυχτερινά του Chopin. Ήταν όμως κι ένα παιδικό όνειρο καθώς από παιδί μαζεύω βινύλια κι έχω μια μεγάλη δισκοθήκη κι ο ίδιος. Το βινύλιο έχει νομίζω μια τεράστια ειδοποιό διαφορά από οτιδήποτε άλλο, γιατί πέρα από την ποιότητα του ήχου, έχει μια συγκεκριμένη διάρκεια μουσικής ακρόασης κι αυτό ενισχύει θεωρώ το βαθμό συγκέντρωσης του ακροατή.
»Ας σημειώσω σ’ αυτό το σημείο πως αυτή η δουλειά διαφημίστηκε κυρίως από στόμα σε στόμα, και με αντίστοιχο τρόπο, διακινήθηκε. Ο δίσκος δεν μπήκε δηλαδή σε μεγάλα πολυκαταστήματα ή κολοσσούς δισκοπωλείων αλλά κυρίως μπήκε σε μικρά δισκοπωλεία και άλλους αντίστοιχους μικρούς χώρους της Αθήνας ή της επαρχίας. Η κυκλοφορία του έγινε επίσης από μια μικρή και νεοσύστατη δισκογραφική εταιρία, την Liberta Music, του φίλου και μουσικού Στέλιου Χατζηκαλέα. Επειδή στηρίζω κι εγώ, ως άτομο, αυτό τον τρόπος παραγωγής, διάδοσης και διακίνησης, είμαι διπλά ευχαριστημένος που αυτή η προσπάθεια έχει πάει τόσο καλά… Τώρα συζητάμε την πιθανότητα επανακυκλοφορίας αυτού του δίσκου, ενώ παράλληλα βρισκόμαστε και στο τελικό στάδιο του επόμενου, του δεύτερου δίσκου μου που θα κυκλοφορήσει στις 17 Δεκεμβρίου, από την ίδια εταιρία, με τον τίτλο “Alex Dante Duet plays S.Rachmaninoff”. Θα έχει και πάλι τη μορφή βινύλιου και σ’ αυτή τη δουλειά συμπράττω μουσικά με τον drummer Μανώλη Γιαννίκιο, πάνω στη μουσική αυτή τη φορά του Rachmaninoff, και συγκεκριμένα χρησιμοποιώντας ως βάση τέσσερα έργα του. Μια λεπτομέρεια σημασίας, κι ένα απ’ τα πράγματα που με γοήτευσαν επίσης πολύ, είναι πως σ’ αυτή τη δουλειά πήραμε την απόφαση και ηχογραφήσαμε στην Πάρο, στο White Pebbles Studio. Παίζοντας σε ιδανική, θα έλεγα, συνθήκη, και απερίσπαστοι απ’ οτιδήποτε άλλο, γράψαμε όλα τα κομμάτια του δίσκου μέσα σ’ ένα διήμερο, δημιουργώντας ουσιαστικά ένα ηχογραφημένο live, χωρίς editing και χωρίς καμία παύση, υπό την σκέψη της ενίσχυσης της μουσικής ακρόασης.
“Στην εποχή μας εξακολουθούμε να είμαστε ρομαντικοί, με τον αντίστοιχο κόπο να το εκφράσουμε”
»Αυτό που με τραβάει σ’ αυτά τα έργα νομίζω πάντως πως σχετίζεται με μια ευρύτερη σκέψη γύρω από τα μουσικά ύφη και το στιλ. Συχνά δηλαδή διαπιστώνω πως αν πάρεις ένα κλασικό έργο, είτε του ρομαντισμού είτε πιο σύγχρονο όπως είναι ο Rachmaninoff, και το βάλεις με άλλα όργανα στο πλαίσιο του σήμερα, και με την τεχνολογία του σήμερα, μπορεί αυτό το έργο να μεταμορφωθεί, θυμίζοντας τελικά εντελώς διαφορετικά πράγματα και άλλα είδη μουσικής… Κατά κάποιο τρόπο θα μπορούσα δηλαδή να πω πως μέσα από τη δική μου τριβή μ’ αυτά τα έργα, προσπαθώ να απαντήσω στο κατά πόσο υπάρχουν μουσικά ύφη ή όχι, κι αν οι ετικέτες που δίνουμε, ρομαντισμός, μπαρόκ, μπλουζ κ.λ.π., αφορούν μια πλάνη ή τέλος πάντων μία δική μας ανάγκη απλώς να αυτόοργανωθούμε περιγράφοντας είδη και εποχές.
»Ως προς το τελικό αποτέλεσμα, θεωρώ πάντως πως όλοι οι παράγοντες έχουν μια σημασία. Όλα συμβάλουν δηλαδή προς ένα αποτέλεσμα. Για εμένα ωστόσο έπαιζαν πάντα μεγάλο ρόλο και οι άνθρωποι. Με ποιους είσαι, με ποιους συμπράττεις. Από φύση, είμαι κοινωνικό άτομο, ομαδικός παίχτης, αναζητώ την παρέα. Η παρέα είναι ένας μικρόκοσμος, κι εγώ, χρειάζομαι τους μικρόκοσμους μου… Και γι’ αυτό κι ακόμη και σε πράγματα που είμαι solo, πίσω από εμένα, υπάρχουν τουλάχιστον άλλοι τέσσερις με πέντε καταπληκτικοί συνεργάτες. Κι η αλήθεια είναι πως γενικά, στην πορεία μου, έχω βρεθεί πολλές φορές μαζί με καταπληκτικούς συνεργάτες. Στη χώρα μας έχουμε πολλούς εξαιρετικούς καλλιτέχνες. Μουσικούς, ηθοποιούς, σκηνοθέτες, τραγουδιστές, εικαστικούς, φωτογράφους. Είμαστε γεμάτοι από πομπούς αλλά δεν έχουμε δέκτες. Και δεν μιλάω μόνο για το κοινό αλλά γενικά για τον “χώρο” που μας αναλογεί για να εκφραστεί όλο αυτό. Δεν υπάρχουν τα χρήματα για να γίνουν όλα αυτά που εν δυνάμει θα μπορούσαν να γίνουν. Μέχρι πρόσφατα δεν υπήρχαμε βέβαια ούτε καν στον χάρτη της χώρας, η περσινή χρονιά ήταν μια τρανή απόδειξη πως πολλοί καλλιτέχνες ήμασταν εντελώς αόρατοι για το Κράτος ή και γενικά. Υπάρχουν μεγάλα κενά, και πράγματα που κρυβόντουσαν για χρόνια κάτω απ’ το χαλί ήρθαν στην επιφάνια… Έπρεπε ωστόσο κάποτε αυτό το χαλί να τραβηχτεί, γιατί κάποτε πρέπει και κάποια απ’ αυτά τα πράγματα να αρχίσουν να αλλάξουν, αλλά και να διεκδικηθούν, ώστε να δουλεύουμε σαν κάθε εργασιακός κλάδος.
»Η προηγούμενη χρονιά αφορούσε βέβαια κι άλλες αναθεωρήσεις. Κι εγώ διασαφήνισα τα θέλω μου, εξαιτίας της παύσης των συναυλιών… Παρ’ όλα αυτά δεν ανήκω σ’ αυτούς που είχαν την ανάγκη μιας παύσης ή που ήθελαν ένα διάστημα απομόνωσης και περισυλλογής. Αντίθετα, ζορίστηκα που έπρεπε να στερηθώ πράγματα, μου έλειψαν οι άνθρωποι μου και όλη η καθημερινότητα που είχα.
»Ωστόσο υπήρξαν και κάποιες ωραίες εξαιρέσεις μέσα στη συνολικά κακή περίοδο της απραγίας και της καραντίνας, για παράδειγμα δημιουργήθηκε ένας παιδικός δίσκος σε στίχους της συντρόφου μου Ειρήνης Δημάκη. Η Ειρήνη είχε γράψει αυτό το υλικό, εγώ ενορχήστρωσα τα τραγούδια, κι έτσι προέκυψαν τελικά τα ΖΑΜΟΜΙΝΙΑ. Ο δίσκος εμπεριέχει 8 τραγούδια και κυκλοφορεί ήδη on line, ενώ, αυτή την περίοδο, εξετάζουμε την πιθανότητα της κυκλοφορίας του και σε μορφή βιβλίου – cd, μαζί με ένα εγχειρίδιο μουσικοκινητικών ασκήσεων.
»Αυτή την περίοδο, συνεχίζουμε λοιπόν, μ’ αυτά που έγιναν και μ’ αυτά που θα γίνουν, μ’ αυτά που κάνουμε σήμερα, όλα! Για εμένα, σε σχέση με το μέλλον είναι πολύ σημαντική πάντως και μια νέα μπάντα, οι Samebito, που έχουμε στήσει μαζί με τον Μιχάλη Καταχανά (βιόλα), τον Γρηγόρη Θεοδωρίδη (κοντραμπάσο) και τον Δημήτρη Κλωνή (τύμπανα). Θέλω επίσης να κάνω κι έναν τρίτο δίσκο, συμπράττοντας με μουσικούς με τους οποίους έχω συναντηθεί σε άλλες δουλειές, μπάντες, δημιουργικά project όλα αυτά τα χρόνια… Δεν είναι ένα άμεσο σχέδιο, αλλά είναι κάτι που θέλω να γίνει.
Β: Εύχομαι κι εγώ να γίνει Αλέξανδρε. Και κλείνοντας, θα ήθελα να σε ρωτήσω και κάτι τελευταίο: πιστεύεις πως σήμερα, οι καλλιτέχνες, αλλά κι οι άνθρωποι γενικά, εξακολουθούμε να έχουμε ρομαντικές ιδέες;
Α: Αυτό είναι το μόνο σίγουρο.
Μουσική του Αλέξανδρου Δανδουλάκη a.k.a. Alex Dante, και πληροφορίες βρίσκει κάποιος στις εξής πλατφόρμες: